Ρουπία Ινδονησίας

Ρουπία Ινδονησίας
Rp
Ινδονησιακή Ρουπία Η ρουπία (Rp) είναι το επίσημο νόμισμα της Ινδονησίας. Εκδίδεται και ελέγχεται από την Τράπεζα της Ινδονησίας. Το όνομα «ρουπία» προέρχεται από την Ινδική λέξη rupiya (रुपीया) και αυτό με τη σειρά του από τη Σανσκριτική rupyakam (रूप्यकम्; ασήμι). Οι Ινδονήσιοι χρησιμοποιούν ανεπίσημα και τη λέξη "perak" ("ασήμι " στα Ινδονησιακά). Η ρουπία υποδιαιρείται σε 100 σεν, αν και ο πληθωρισμός έχει θέσει εκτός ουσιαστικής χρήσης όλες τις υποδιαιρέσεις της ρουπίας σε σεν.

Η ρουπία εισήχθη το 1946 από Ινδονήσιους εθνικιστές που έλαβαν μέρος στον αγώνα της χώρας για ανεξαρτησία, αντικαθιστώντας το προηγούμενο νόμισμα που αποτελούσε εκδοχή του γκούλντεν των Ολλανδικών Ινδιών και το οποίο είχε εισηχθή στα πλαίσια της Ιαπωνικής κατοχής κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της η ρουπία χρησιμοποιούνταν σε συνδυασμό με άλλες νομισματικές μονάδες, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας εκδοχής του φιορινιού που είχε εισαχθεί από τους Ολλανδούς.

Στο παρελθόν τα νησιά Ριάου και το Ινδονησιακό μισό της Νέας Γουινέας είχαν τις δικιές τους παραλλαγές ρουπίας, αλλά από το 1964 και το 1971 αντίστοιχα οι μονάδες αυτές συγχωνεύτηκαν και αντικαταστάθηκαν από την εθνική εκδοχή της ρουπίας.

Κατηγορία:Νομίσματα Κατηγορία:Οικονομία της Ινδονησίας

Χώρα
  • Ινδονησία
    Η Ινδονησία είναι νησιωτικό κράτος της Νοτιοανατολικής Ασίας, που απαρτίζεται από 17.508 νησιά. Με πληθυσμό 277.432.400 κατοίκων σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2023, είναι η τέταρτη πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο και έχει το μεγαλύτερο πληθυσμό μουσουλμάνων. Πρωτεύουσα είναι η Τζακάρτα, παλαιότερα γνωστή ως Μπατάβια, αν και η πρωτεύουσα θα μεταφερθεί στην Νουσαντάρα, μια σχεδιασμένη πόλη στο Βόρνεο, το 2024. Η Ινδονησία συνορεύει με την Παπούα Νέα Γουινέα, το Ανατολικό Τιμόρ και τη Μαλαισία. Άλλες γειτονικές χώρες είναι οι: Σιγκαπούρη, Φιλιππίνες, Αυστραλία, καθώς και η ινδική επικράτεια του Ανταμάν και Νικομπάρ. Η Ινδονησία είναι ιδρυτικό μέλος της ASEAN και μέλος του G20 των μεγάλων οικονομιών. Η ινδονησιακή οικονομία είναι η δέκατη έβδομη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, όσον αφορά το ονομαστικό ΑΕΠ και η δέκατη πέμπτη μεγαλύτερη από την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης.

    Το ινδονησιακό αρχιπέλαγος ήταν μια εμπορική σημαντική περιοχή τουλάχιστον από τον 7ο αιώνα, όταν oι Σριβιτζάγια και αργότερα oι Ματζαπαχίτ έκαναν εμπόριο με την Κίνα και την Ινδία. Οι τοπικοί άρχοντες απορρόφησαν σταδιακά τα ξένα πολιτιστικά, θρησκευτικά και πολιτικά πρότυπα από τους πρώτους αιώνες μ.Χ., και ινδουιστικά και βουδιστικά βασίλεια άκμασαν. Η ιστορία της Ινδονησίας έχει επηρεαστεί από τις ξένες δυνάμεις που τις προσέλκυσαν οι φυσικοί πόροι της. Οι μουσουλμάνοι έμποροι έφεραν το Ισλάμ και οι ευρωπαϊκές δυνάμεις πολέμησαν η μία την άλλη για το μονοπώλιο του εμπορίου των μπαχαρικών στα νησιά Μολούκες κατά τη διάρκεια της Εποχής των Ανακαλύψεων. Μετά από τρεις και μισούς αιώνες ολλανδικής αποικιοκρατίας, η Ινδονησία εξασφάλισε την ανεξαρτησία της μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1949. Η ιστορία της Ινδονησίας έκτοτε είναι ταραγμένη, με προκλήσεις που δημιουργήθηκαν από τις φυσικές καταστροφές, τη διαφθορά, τις αποσχιστικές τάσεις, τη διαδικασία εκδημοκρατισμού και περιόδους ταχείας οικονομικής αλλαγής. Το σημερινό κράτος της Ινδονησίας είναι ενιαίο με προεδρική δημοκρατία που αποτελείται από τριάντα τέσσερις επαρχίες.