Φινλανδική γλώσσα
Η Φινλανδική γλώσσα (φινλανδικά: suomi) είναι η γλώσσα που ομιλείται από την πλειονότητα του πληθυσμού της Φινλανδίας (92%) και από άλλους Φινλανδούς εκτός της χώρας, Είναι επίσης επίσημη γλώσσα της Φινλανδίας και επίσημη μειονοτική γλώσσα στη Σουηδία στην πρότυπη μορφή των Φινλανδικών καθώς και στα Μεενκιέλι.
Τα φινλανδικά ανήκουν στο φιννοουγγρικό κλάδο της ουραλικής γλωσσικής οικογένειας και ταξινομείται ως συγκολλητική γλώσσα. Τροποποιεί τις μορφές των ουσιαστικών και των επιθέτων ανάλογα με τον ρόλο τους στην πρόταση. Έχει τη φήμη δύσκολης ως προς την κατανόηση και εκμάθηση γλώσσας. Αυτό έχει να κάνει βασικά με το γεγονός πως πολύ λίγες γλώσσες είναι στενά συγγενείς μ’αυτή, γεγονός που καθιστά το λεξιλόγιο ανοίκειο.
Υπάρχουν δεκαπέντε πτώσεις σε ενικό και πληθυντικό αριθμό, ενώ οι λέξεις (οι οποίες λόγω του συγκολλητικού χαρακτήρα της γλώσσας μπορεί να είναι αρκετά μακροσκελείς) τονίζονται πάντα στην πρώτη συλλαβή.
Πιστεύεται πως οι βαλτοφιννικές γλώσσες εξελίχθηκαν από μια πρωτοφιννική γλώσσα, από την οποία η σάμι χωρίστηκε γύρω στο 1500 π.Χ. – 1000 π.Χ.. Έχει προταθεί πως αυτή η πρωτοφιννική είχε τρεις διαλέκτους: τη βόρεια, τη νότια και την ανατολική. Οι βαλτοφιννικές γλώσσες διαχωρίστηκαν γύρω στον 1ο αιώνα.
Η πρώτη γραπτή μορφή των Φινλανδικών δημιουργήθηκε από τον Μίκαελ Αγκρίκολα, έναν Φινλανδό επίσκοπο, τον 16ο αιώνα. Βάσισε το σύστημα γραφής του στα Σουηδικά (που ήταν η επίσημη γλώσσα της Φινλανδίας την περίοδο εκείνη) στα Γερμανικά και τα Λατινικά. Αργότερα η γραπτή μορφή αναθεωρήθηκε από πολλούς ανθρώπους.
Η Μεταρρύθμιση σημάδευσε το πραγματικό ξεκίνημα της γραφής στα Φινλανδικά. Τον 16ο αιώνα μείζονα λογοτεχνικά επιτεύγματα συνετέθησαν στα Φινλανδικά από ανθρώπους σαν τους Πάαβαλι Γιούουστεν, Έρικ Σόρολαϊνεν και Γιάακκο Φίννο όπως επίσης και από τον ίδιο τον Αγκρίκολα. Τον 17ο αιώνα τα βιβλία στη Φινλανδία γράφονταν στα Φινλανδικά, τα Δανέζικα, τα Νορβηγικά, τα Εσθονικά, τα Λετονικά, τα Γερμανικά και τα Σουηδικά. Ωστόσο, τα σημαντικότερα βιβλία γράφονταν ακόμα στα Λατινικά. Τα Φινλανδικά και τα Σουηδικά ήταν μικρές γλώσσες ελλάσσονος σημασίας.
Τα φινλανδικά ανήκουν στο φιννοουγγρικό κλάδο της ουραλικής γλωσσικής οικογένειας και ταξινομείται ως συγκολλητική γλώσσα. Τροποποιεί τις μορφές των ουσιαστικών και των επιθέτων ανάλογα με τον ρόλο τους στην πρόταση. Έχει τη φήμη δύσκολης ως προς την κατανόηση και εκμάθηση γλώσσας. Αυτό έχει να κάνει βασικά με το γεγονός πως πολύ λίγες γλώσσες είναι στενά συγγενείς μ’αυτή, γεγονός που καθιστά το λεξιλόγιο ανοίκειο.
Υπάρχουν δεκαπέντε πτώσεις σε ενικό και πληθυντικό αριθμό, ενώ οι λέξεις (οι οποίες λόγω του συγκολλητικού χαρακτήρα της γλώσσας μπορεί να είναι αρκετά μακροσκελείς) τονίζονται πάντα στην πρώτη συλλαβή.
Πιστεύεται πως οι βαλτοφιννικές γλώσσες εξελίχθηκαν από μια πρωτοφιννική γλώσσα, από την οποία η σάμι χωρίστηκε γύρω στο 1500 π.Χ. – 1000 π.Χ.. Έχει προταθεί πως αυτή η πρωτοφιννική είχε τρεις διαλέκτους: τη βόρεια, τη νότια και την ανατολική. Οι βαλτοφιννικές γλώσσες διαχωρίστηκαν γύρω στον 1ο αιώνα.
Η πρώτη γραπτή μορφή των Φινλανδικών δημιουργήθηκε από τον Μίκαελ Αγκρίκολα, έναν Φινλανδό επίσκοπο, τον 16ο αιώνα. Βάσισε το σύστημα γραφής του στα Σουηδικά (που ήταν η επίσημη γλώσσα της Φινλανδίας την περίοδο εκείνη) στα Γερμανικά και τα Λατινικά. Αργότερα η γραπτή μορφή αναθεωρήθηκε από πολλούς ανθρώπους.
Η Μεταρρύθμιση σημάδευσε το πραγματικό ξεκίνημα της γραφής στα Φινλανδικά. Τον 16ο αιώνα μείζονα λογοτεχνικά επιτεύγματα συνετέθησαν στα Φινλανδικά από ανθρώπους σαν τους Πάαβαλι Γιούουστεν, Έρικ Σόρολαϊνεν και Γιάακκο Φίννο όπως επίσης και από τον ίδιο τον Αγκρίκολα. Τον 17ο αιώνα τα βιβλία στη Φινλανδία γράφονταν στα Φινλανδικά, τα Δανέζικα, τα Νορβηγικά, τα Εσθονικά, τα Λετονικά, τα Γερμανικά και τα Σουηδικά. Ωστόσο, τα σημαντικότερα βιβλία γράφονταν ακόμα στα Λατινικά. Τα Φινλανδικά και τα Σουηδικά ήταν μικρές γλώσσες ελλάσσονος σημασίας.
Χώρα
-
Νορβηγία
Η Νορβηγία έχει συνολική έκταση 385.207 τετραγωνικών χιλιομέτρων και πληθυσμό 5.455.582 κατοίκων, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για τον Ιούνιο του 2022. Η χώρα έχει μακρά ανατολικά σύνορα με τη Σουηδία (1.619 χλμ.). Η Νορβηγία συνορεύει επίσης με τη Φινλανδία και τη Ρωσία στα βορειοανατολικά, και το στενό του Σκάγκερακ στα νότια, με τη Δανία από την άλλη πλευρά. Η Νορβηγία διαθέτει εκτεταμένη ακτογραμμή, στο Βόρειο Ατλαντικό ωκεανό και τη Θάλασσα του Μπάρεντς. Η θαλάσσια επιρροή κυριαρχεί επίσης στο κλίμα της Νορβηγίας με ήπιες πεδινές θερμοκρασίες στις θαλάσσιες ακτές, ενώ στην ενδοχώρα, ενώ είναι ψυχρότερο, είναι επίσης πολύ πιο ήπιο από άλλες περιοχές του κόσμου με τέτοιο βόρειο γεωγραφικό πλάτος. Ακόμα και κατά τη διάρκεια της πολικής νύχτας στο βορρά, οι θερμοκρασίες πάνω από το μηδέν είναι συνηθισμένες στην ακτογραμμή. Η θαλάσσια επιρροή προκαλεί υψηλές βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις σε ορισμένες περιοχές της χώρας. -
Σουηδία
Η Σουηδία έχει χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, εκτός από τις μητροπολιτικές περιοχές της στο νότο, και μεγάλες εκτάσεις στην ενδοχώρα καλύπτονται από δάση κυρίως κωνοφόρων ειδών (βλ. ερυθρελάτη, δασική πεύκη). Η χώρα διαθέτει πλούσιους φυσικούς πόρους σε νερό, ξυλεία και μεταλλεύματα. Οι πολίτες της απολαμβάνουν υψηλό βιοτικό επίπεδο και η χώρα γενικά θεωρείται σύγχρονη, πολιτικά φιλελεύθερη και με ισχυρό κοινωνικό κράτος. Το τελευταίο είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό όλων των χωρών της Σκανδιναβίας. -
Φινλανδία
Η Φινλανδία έγινε ανεξάρτητη το 1917 μετά τις επαναστάσεις στη Ρωσία. Στη Φινλανδία διεξήχθησαν τέσσερις πόλεμοι μετά την ανεξαρτησία: ο Φινλανδικός Εμφύλιος Πόλεμος (1918), ο Σοβιετοφινλανδικός πόλεμος (1939-1940), ο Πόλεμος Συνέχειας (1941-1944) και ο πόλεμος της Λαπωνίας (1944-1945). Σε κάθε πόλεμο, ο στρατός της Δημοκρατίας της Φινλανδίας καθοδηγούταν από τον στρατηγό Μάνερχαϊμ. Η χώρα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 1995 και πρόκειται να γίνει και μέλος του ΝΑΤΟ στο μέλλον. Στα φινλανδικά η χώρα ονομάζεται Suomi. Στη Φινλανδία ανήκουν και τα νησιά Ώλαντ (Åland), στη νοτιοδυτική ακτή, τα οποία βρίσκονται υπό καθεστώς διευρυμένης αυτονομίας, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων είναι Σουηδοί.